Παρασκευή 1 Ιουλίου 2022

Κριτική βιβλίου. «Το βότσαλο που δακρύζει» του Κωνσταντίνου Ε. Κατσαρού

 

«Το βότσαλο που δακρύζει» είναι η δεύτερη ποιητική συλλογή του συγγραφέα – ποιητή, Κωνσταντίνου Ε. Κατσαρού που εκδίδεται και συγκεντρώνει 34 πεζοποιήματα γραμμένα σε βάθος χρόνου. Είχε προηγηθεί το 2016 η ποιητική συλλογή του με τον τίτλο «ΣΤΑΛΑΚΤΙΤΕΣ», χωρίς να υπάρχει αρχικά, η διάθεση να τα εκθέσει στο ηδονοβλεπτικό βλέμμα του αναγνωστικού κοινού.

Τώρα πλέον τα ποιήματα προσφέρονται απλόχερα σε όποιον θέλει να τα πλησιάσει, να βυθιστεί σε αυτά, να τα αποκρυπτογραφήσει ή να τα πάρει κατά γράμμα.

Γιατί πέρα από κάθε άλλη ανάλυση, η ποίηση εδώ προσφέρεται στην καθαρή της μορφή, λιτή, σαφής, φωτεινή, βαθιά, χωρίς λεκτικές ακροβασίες ή κινήσεις εντυπωσιασμού.

Πολλά από τα πεζοποιήματά του είναι συμβαντολογικά κείμενα και χαρακτηρίζονται από ένα απρόσμενο, ιδιότυπο ποιητικό πνεύμα, που μέσα από την φαινομενική απλότητά τους, ο ποιητής αποκαλύπτει με δέος τις έννοιες των ιδεών. Επινοεί έναν κόσμο πού επανεκτιμάται διαρκώς όχι μόνο για όσα καταλείπει, αλλά και για όσα λέει, υπονοεί, ψιθυρίζει και απελευθερώνει ως φτερουγίσματα ή νεύματα. Τα ποιήματά του γίνονται υποκείμενα μιας δράσης υπόκωφης, που αντιμάχονται το φαντασιακό με το πραγματικό και στοχεύουν στον πυρήνα των ευαίσθητων χορδών της συνείδησης του αναγνώστη. Άλλωστε εκεί που λιγοστεύει η πραγματικότητα θάλλει η ποίηση.

Φέροντας μία γερή ψυχαναλυτική σκευή, αλλά χωρίς αυτή να εμφανίζεται πουθενά στο προσκήνιο, προσφέρει μία ενδελεχή ματιά πάνω στα πράγματα.

Από το πρώτο κατά σειρά ποίημα της συλλογής, με τίτλο «ποιητικό αίτιο», ο ποιητής αποκαλύπτει και επισημαίνει τις αφετηρίες και τις γενεσιουργές αιτίες του ποιητικού του οίστρου: «υπάρχει μέσα μας ένα απέραντο λιβάδι όπου απλώνουμε και φυτεύουμε τα συναισθήματά μας, τις χαρές μας, τις λύπες μας, τις σκέψεις μας, τα βιώματά μας, τα πιστεύω μας, τις ανησυχίες μας, τα πάθη μας, τους οραματισμούς μας…».

Το λιβάδι ανθίζει και καρπίζει, τα όνειρα ζητούν την πραγμάτωσή τους. «Ανάβεις το φως  που θα φωτίσει την άβυσσο του κόσμου… αναμένεις υπομονετικά την καθαρότητα και την επιβεβαίωση της μακρινής αλήθειας των μυστηρίων της ζωής».

Τα άγουρα χρόνια της νιότης μορφοποιούν και γαληνεύουν τα ποτάμια στις εκβολές τους. Οι τριβές της ζωής στρογγυλοποιούν το άμορφο βότσαλο, το παιδεύουν και το δίνουν εύμορφο σχήμα.

Αλλά κι ο ίδιος ο ποιητής σμιλεύει το έργο του, το βότσαλο που δακρύζει, με το επίμονο κύμα της τέχνης του και το βολοδέρνει απ’ εδώ κι από ’κει για να πλάσει τη μορφή του.

Ο Κωνσταντίνος Κατσαρός, ιερουργώντας σε μια μυσταγωγία, θαρρείς πως σκάβει βαθιά σε αθέατες πλευρές ενός κοινού υποσυνείδητου και επιχειρεί, εκτός από την αυτοπραγμάτωσή του, να κοινωνήσει και τις ιδέες του.  Έχεις την αίσθηση ότι ψάχνει να βρει έναν δρόμο, τον δικό του δρόμο. Ένα νόημα για να πορευτεί, ένα κριτήριο ασφαλείας για να ξεχωρίσει την αλήθεια από το ψέμα, να διακρίνει το μέρος και το όλον, το υψηλό και το ευτελές, την ομορφιά και την ασχήμια. Και το επιχειρεί μέσα από την μόρφωση, την επιμέλεια της μορφής του προσώπου και της καλλιέργειας της ψυχής.

Στο ποίημα «κοινός κώδικας» καταξιώνει την γλώσσα χωρίς λέξεις, τη γλώσσα του σώματος, των αισθήσεων και του αισθήματος.

Στα ποιήματα «ανοίξτε τα σπίτια σας» και «δεν χάθηκαν όλα», που έχουν την ίδια εννοιολογική βάση, προτρέπει με επαναλαμβανόμενες παραινέσεις, την ανάγκη αλλαγής και διαμόρφωσης του ανθρώπου, περνώντας μέσα από δοκιμασίες και πόνους, ώστε να καταλήξει στην θέωση. Έστω κι αν αυτό είναι ουτοπία, έστω κι αν αυτό είναι αδύνατο, «Αλλά τι μεγάλο έγινε χωρίς τη μαγεία της ουτοπίας, χωρίς τη συντριβή του αδύνατου;» διερωτάται ρητορικώς ο ποιητής.

Το υψηλό ζητούμενο στην εποχή μας θεωρείται η μετριότητα, η ισότητα, το ίσωμα. Όχι η ανηφόρα, όχι η κατηφόρα. Απ’ την ώρα όμως που βγάζεις από την πορεία σου τις ανηφόρες και τις κατηφόρες, που αφαιρείς δηλαδή από τις προσδοκίες σου, τη θυσία, τον πόνο, τον κόπο, τον μόχθο, ο δρόμος γίνεται μονόδρομος στον μηδενισμό και στο τίποτα.

Όμως θέλει το δάκρυ της, η ευμορφία του βότσαλου!

 «Το βότσαλο που δακρύζει» είναι ένα παλίμψηστο από επιθυμίες, συγκρούσεις, ματαιώσεις, απουσίες, πένθη και προπάντων φωνές σαν χαρακιά στην πέτρα της μνήμης.

Πρόκειται για ποιήματα που ανοίγουν δρόμους, που δείχνουν τρόπους και που σε κάποιες περιπτώσεις αποτολμάται και το κούνημα του δακτύλου για να συνετίσει και να διδάξει.

Είναι ένα βιβλίο που αναμφισβήτητα θέτει ερωτήματα, δίνει απαντήσεις και μπορεί να διδάξει και να εμπνεύσει νέους δημιουργούς.

Δημήτρης Τσιγάρας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου