Πέμπτη 17 Αυγούστου 2017

«Ο μικρός βοσκός στο δάσος της Παναγίας» Διήγημα του Δημήτρη Τσιγάρα


Εικονογραφημένο διήγημα, που η ιστορία του διαδραματίζεται στο δάσος της Παναγίας Βαλτινού. Αποτελεί μέρος της κινηματογραφικής ταινίας με τίτλο «Το πρώτο της ζωής μου ταξίδι».
Σενάριο – Σκηνοθεσία - Σκίτσα: Δημήτρης Τσιγάρας
Αφήγηση: Σάκης Μπιλιάλης
Μουσική: Χρύσανθος Μουζακίτης
Ποίηση: Ηλίας Κεφάλας
Δεν υπάρχει ζωή χωρίς προβλήματα και δυσκολίες. Το ζητούμενο είναι η αντιμετώπισή τους. Η πρόβλεψη, η εκτίμηση των καταστάσεων και η εξεύρεση των λύσεών τους. Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους μπορεί κανείς να ξεπεράσει τις δυσκολίες, τις κρίσεις, τα «χτυπήματα», τις βροχές, τις μπόρες της ζωής.
Ο μικρός βοσκός στο δάσος της Παναγίας, μας δίνει ένα τέτοιο παράδειγμα αντιμετώπισης της δυσκολίας. Την ώρα που φυλάγει τα πρόβατα και ταυτόχρονα απολαμβάνει το παιχνίδι του στην κούνια, την ώρα που προσπαθεί να ξεπεράσει τον εαυτό του και να φτάσει, να ακουμπήσει με τα πόδια του τον ουρανό, του ’ρχεται η πρώτη ψιχάλα βροχής στο μέτωπο.
Η μπόρα ξεσπά. Η ώρα της αναμέτρησης με τον εαυτό του έρχεται.
Η καταιγίδα αντιμετωπίζεται και οι ζημιές αποκαθίστανται. Μετά τη μπόρα βγαίνει πάλι ο ήλιος.
Η αντιμετώπιση της καταιγίδας είναι το κεντρικό μήνυμα της ταινίας, στη νομοτέλεια της ζωής, που ο άνθρωπος περνάει τον βίο του ανάμεσα στο «Δόξα σοι ο Θεός «και στο «Βόηθα Παναγιά μου».
Είναι αναπόφευκτο, πάντα στη ζωής μας να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολες και δυσάρεστες καταστάσεις. Πάντα θα υπάρχουν οι βροχές και οι μπόρες. Μας το επισημαίνει και ο Ποιητής μας, Ηλίας Κεφάλας με το ποίημά του:
Όλο βροχές
«Πότε γεννήθηκα, πότε έγινα παιδί
Κι όλο να βρέχει μέσα μου, να βρέχει
Πότε μεγάλωσα πότε ανδρώθηκα
Κι όλο να βρέχει μέσα μου, να βρέχει
Και πότε γέρασα κι ήρθε στα μάτια μου αχλή
Κι όλο να βρέχει μέσα μου, να βρέχει».

Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Η εισήγησή μου στο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τον Κώστα Βίρβο


Ολοκληρώθηκαν με επιτυχία οι τριήμερες εργασίες του 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου «Κώστας Βίρβος: ο Άνθρωπος, ο Δημιουργός», το οποίο πραγματοποιήθηκε στα Τρίκαλα και διήρκησε από 31 Μαρτίου έως και 2 Απριλίου 2017.
Οι εργασίες του Συνεδρίου, έγιναν στο Πνευματικό Κέντρο Τρικάλων, στο Κέντρο Ιστορίας και Πολιτισμού «Κλιάφα», και στο «Μουσείο Τσιτσάνη».
Το συνέδριο διοργανώθηκε με πρωτοβουλία της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Τρικάλων ενταγμένο σε μια σειρά αφιερωματικών και ερευνητικών δράσεων που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια από το 32ο Δημοτικό Σχολείο «Κώστας Βίρβος», το σχολείο, στο οποίο φοίτησε ο δημιουργός.
Συνδιοργανωτές ήταν ο Δήμος Τρικκαίων και η Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Θεσσαλίας, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Στο επιστημονικό και ερευνητικό πρόγραμμα του συνεδρίου συμμετείχαν πάνω από 30 πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, εκπαιδευτικοί και προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών.
Μεταξύ των εισηγητών είχα την τιμή να προσκληθώ από την οργανωτική επιτροπή και να μιλήσω για ένα από τα έργα του Κώστα Βίρβου.
Τίτλος εισήγησης: «Θεσσαλικός κύκλος» Ηθογραφική προσέγγιση και ιστορική αναφορά στο αγροτικό ζήτημα της Θεσσαλίας.
Εισηγητής: Δημήτρης Τσιγάρας, π. Δήμαρχος Καλλιδένδρου.


Κυρίες και κύριοι
O «Θεσσαλικός κύκλος» είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας.
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα μουσικοθεατρικό έργο, που περιέχει 24 τραγούδια, συν τα τρία ορχηστρικά, σε μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, και στίχους του Κώστα Βίρβου και παρουσιάστηκε το 1974.
Είναι ένα έργο, με φαντασία και χρώματα, μια λαϊκή λειτουργία. Μια μουσική παράσταση γεμάτη ελληνικούς ρυθμούς, με παιγνιώδη διάθεση, με αιχμηρά τραγούδια, με κοινωνικό και πολιτικό, άμεσο ή έμμεσο, περιεχόμενο.
O «Θεσσαλικός κύκλος» είναι μια ενότητα τραγουδιών πολλαπλών χρήσεων. Με αυτά τραγουδάς, γελάς, μελαγχολείς, νανουρίζεις, ξεδίνεις, σκέφτεσαι…
Ο λαϊκός ποιητής Κώστας Βίρβος πηγαίνει πίσω, στα χρόνια των τσιφλικάδων και των κολίγων στη Θεσσαλία, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε και μας μεταφέρει σ’ ένα κόσμο που κυριαρχεί η σκληρή δουλειά, η εκμετάλλευση, αλλά και η ανεπιτήδευτη αφέλεια των φτωχών κι αγράμματων κατοίκων, που βρίσκονται αντιμέτωποι με τα πρώτα «θαύματα» της τεχνολογίας.

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2017

Το σπίτι και η λεύκα


Το μοναχικό σπίτι με τη λεύκα τα αντίκρισα στην ερημιά του κάμπου, σε ένα χωράφι, κάπου εκεί στο παλιό εργοστάσιο Ζαχάρεως, του Χρηστάκη Ζωγράφου, μεταξύ των χωριών Μαγουλίτσα και Μαυρομμάτι Καρδίτσας.
Καθώς τριγυρνούσα με το αυτοκίνητό μου, ένα Κυριακάτικο απόγευμα, αναζητώντας κόγχες γαλήνης είδα αυτό το βουβό και σιωπηλό σπιτάκι και πλάι μια λεύκα, ένα καβάκι να το συντροφεύει σαν πιστός σκύλος.
Σταμάτησα να το περιεργαστώ και πλησίασα προς σ’ αυτό, όπως πλησιάζει κανείς κάτι άγνωστο, κάτι παράδοξο, κάτι που αξίζει να ερευνηθεί.
Είχα μπροστά μου ένα σπιτάκι με μια πέτρινη σκάλα που οδηγούσε στη ξύλινη βεραντούλα, με τα κεραμίδια του και με εκείνη τη συγκινητική απλότητα που βρίσκει κανείς στις γειτονιές.
Η λεύκα πλάι του είχε θεριέψει και το μπόι της υψώνονταν σαν λαμπάδα, τριπλάσιο από το ύψος του σπιτιού. Φάνταζε σαν ένα πράσινο βέλος καρφωμένο στη γη και όριζε τόσο πολύ την εντύπωση που προκαλούσε όλο αυτό το θέαμα, ώστε ήταν σχεδόν αδύνατον να φανταστεί κανείς αυτό το μικρό σπίτι δίχως τη θεόρατη λεύκα.
Η λεύκα είχε καταλάβει ατίθαση όλον τον ζωτικό χώρο, είχε γιγαντωθεί σαν να έβγαινε από σελίδα λαϊκών παραμυθιών.
Βουβή κι ακίνητη με τον ευθυτενή κορμό της σαν ακτίνα ηλιακού ρολογιού, να δείχνει καθημερινά την ώρα, ανάλογα με τη θέση του ήλιου στον ουρανό και τη θέση της σκιάς της στη γη.
Κοιτάζοντας αυτό το δίδυμο με μια άλλη ματιά μου φάνηκε πάλι, το σπίτι σαν μελανοδοχείο και η λεύκα σαν κονδυλοφόρος πένα με φτερό.
Σ’ αυτό το παιχνίδισμα του νου φαντάστηκα πως το χειμώνα, με τα γυμνά κλαδιά της, η λεύκα θα άφηνε τον ήλιο να ζεστάνει τα κεραμίδια του σπιτιού, ενώ το καλοκαίρι τα φύλλα της θα τρεμοπαίζανε στο ελαφρύ αεράκι κάποιο ερωτικό τραγουδάκι.
Έβγαλα τη φωτογραφική μηχανή και φωτογράφισα την εικόνα. Δεν χόρταινα να παρατηρώ!
Ξανακοίταξα αυτό το σπίτι, πριν απομακρυνθώ, με την πεποίθηση ότι άφηνα πίσω δύο φίλους σε ένα χωράφι κάπου εκεί στον Θεσσαλικό κάμπο, αποτυπώνοντας τον αχνό συνειρμό μιας ευθυτενούς λυγερόκορμης λεύκας, που συντροφεύει ένα βουβό σπίτι.

Δημήτρης Τσιγάρας


Για τη γιορτή του έρωτα


Σήμερα που είναι η γιορτή των ερωτευμένων θα ΄θελα:
Θα ΄θελα να κατοικώ εσαεί μέσα σ’ έναν κόσμο που πάλλεται από την επιθυμία του ερωτευμένου να διασχίζει τα όρια του εαυτού, να παύει να είναι αδιαίρετος, να χάνεται μέσα στον άλλο, για τον άλλο.
Θα ΄θελα να κατοικώ εκεί που ο έρωτας γίνεται έξαρση, παραφορά, εκμηδένιση μέσα στον άλλον και διά του άλλου, αλλά χωρίς να είναι ποτέ κατάσταση κρίσης ή κατάρρευσης. Έτσι, που η περιπέτεια αυτή να μπορεί να γίνεται πηγή ανανέωσης, να αναπλάθει, να ανασυσταίνει, να αναγεννάει ένα σώμα, έναν ψυχισμό, μια ζωή. Εκεί που το θαύμα γεννιέται από την αδιάκοπη εξερεύνηση της άγνωστης επικράτειας που είναι το άλλο πρόσωπο, της έκπληξης που συνέχεια επιφυλάσσει στον ερωτευμένο.
Θα ΄θελα να κατοικώ εσαεί εκεί μέσα στη διαπεραστική ευθραυστότητα και τη γαλήνια δύναμη που αναδύεται από τον χείμαρρο του έρωτα. Εκεί που το Εγώ δεν γίνεται ποτέ υπερβολικό, ούτε σε υπεροψία ούτε σε ταπεινότητα. Εκεί που υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στα σθένη του ζεύγους - το εγώ και το εσύ να συμβαδίζουν…

Χρόνια πολλά αγαπημένη μου!!!





Επέτειος για τα 92 χρόνια από την αγροτική και λαϊκή εξέγερση του 1925 των Τρικάλων.


Ομιλία του Δημήτρη Τσιγάρα στην εκδήλωση, για την επέτειο της αγροτικής και λαϊκής εξέγερσης, της 2ας Φεβρουαρίου 1925, στην ομώνυμη πλατεία της πόλης των Τρικάλων. (Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017)

"Κυρίες και Κύριοι.
Είναι ίσως «ευτυχισμένοι οι λαοί που δεν έχουν Ιστορία» - έχουν αποφύγει τα δάκρυα, το αίμα, τις θυσίες, ακόμη και τα μίση και τα πάθη που συνοδεύουν τους αγώνες.
Αλλά είναι οπωσδήποτε υπερήφανοι όσοι έχουν, όσοι δημιουργούν Ιστορία. Και η περηφάνια αυτή, η αγέρωχη αυτοπεποίθηση, η γελαστή εμπιστοσύνη προς το μέλλον λάμπει σε κάθε επέτειο στα μάτια αυτών των λαών.
Φέτος, στις 2 Φεβρουαρίου, συμπληρώθηκαν 92 χρόνια απ’ την ιστορική εξέγερση των αγροτών και εργατών των Τρικάλων. Μια εξέγερση που συγκλόνισε όχι μόνο την πόλη των Τρικάλων, αλλά και το πανελλήνιο.
Ήμαστε στις αρχές του 1925, δηλαδή δυόμισι περίπου χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, και η Θεσσαλία βράζει. Μεγάλες κινητοποιήσεις σε Καρδίτσα, Λάρισα, Καλαμπάκα και αλλού διαδέχονται η μία την άλλη, για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και την αποκατάσταση των ακτημόνων αγροτών και των παλαιών πολεμιστών.
Έτσι ένα ζεστό ηλιόλουστο χειμωνιάτικο πρωινό, το πρωινό της 2ας Φεβρουαρίου 1925, ενώ τα Τρίκαλα έσφυζαν από κόσμο, μιας και τούτη η μέρα ήταν ημέρα του παζαριού και πολλοί αγρότες είχαν μαζευτεί στην πόλη, Εργάτες του Εργατικού Κέντρου μοίραζαν από νωρίς το πρωί προκηρύξεις στους χωρικούς, με αιτήματα την απαλλοτρίωση των κτημάτων, κατά του πολέμου και κατά της ακρίβειας.